5 Ιαν 2009

Πολυμορφία Αστυνομίας 13

Πολυμορφία στην ελληνική αστυνομία
μελέτη της νομοθεσίας προσλήψεων, προαγωγών
και εσωτερικής οργάνωσης της ελληνικής αστυνομίας.

Δάφνη Μαυρομμάτη, Αθανάσιος Θεοδωρίδης,

Η μελέτη λόγω του μεγέθους της χωρίστηκε σε 24 μέρη, βρίσκεστε στο 13 μέρος.


6.5. Αποσπάσεις
Το Άρθρο 19 διευθετεί το ζήτηµα των αποσπάσεων µέσα στην Ελληνική Αστυνοµία. Ως απόσπαση ορίζεται η µετάθεση προσωρινού χαρακτήρα. Μία- ένας αστυνοµικός υπάλληλος µπορεί να αποσπαστεί προσωρινά σε κάποια άλλη υπηρεσία της αστυνοµίας εάν το απαιτούν οι περιοδικές ή οργανωτικές ανάγκες (για διάστηµα µέχρι τρεις µήνες), εάν πρέπει να συµµετάσχει σε µια συγκεκριµένη αστυνοµική οµάδα µε σκοπό την αντιµετώπιση συγκεκριµένων εγκληµάτων σε µία συγκεκριµένη περιοχή (για διάστηµα µέχρι έξι µήνες), ή εάν πρέπει να παρακολουθήσει κάποιο ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραµµα (καθ’ όλη τη διάρκειά του). Επιπλέον, µία απόσπαση µπορεί να πραγµατοποιηθεί κατ’ εξαίρεση: για λόγους πειθαρχίας όταν λαµβάνει χώρα στην περιοχή της ενδιαφερόµενης-ου επίσηµη έρευνα σχετικά µε τη διάπραξη πειθαρχικού εγκλήµατος για λόγους υγείας της-του αστυνοµικού υπαλλήλου ή κάποιου µέλους της οικογένειάς της-του για τις-τους αντιπροσώπους συνδικαλιστικών φορέων της αστυνοµίας εάν εργάζονται σε περιοχές εκτός της Περιφέρειας της Αθήνας για τα άτοµα που ασκούν καθήκοντα τα οποία έχουν να κάνουν µε την ασφάλεια των µελών του Κοινοβουλίου, της-του Πρωθυπουργού και άλλων δηµοσίων προσώπων για λόγους φοίτησης σε δηµόσιο πανεπιστήµιο και, τέλος, για τα άτοµα που παίρνουν µέρος στη φύλαξη των αεροδροµίων ή άλλων περιοχών ειδικού τουριστικού ενδιαφέροντος.
Η-Ο Αρχηγός της Αστυνοµίας αποφασίζει για τις αποσπάσεις των υψηλόβαθµων αξιωµατικών, ενώ οι Αστυνοµικοί Διευθύντριες-ες αποφασίζουν για τις αποσπάσεις των υπαλλήλων που βρίσκονται κάτω από τον βαθµό της-του Αστυνόµου Α.
7. Οργάνωση
7.1. Νοµοθετικά ζητήµατα σε σχέση µε τις-τους αστυνοµικούς υπαλλήλους της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής
Ένας σηµαντικός αριθµός υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνοµίας υπάγονται στη Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής. Η διεύθυνση αυτή είναι αρµόδια για τη διεξαγωγή ερευνών για σοβαρά εγκλήµατα και για συλλήψεις κακοποιών και, ως εκ τούτου υπάγεται στη δικαιοδοσία της ένας µεγάλος αριθµός υπαλλήλων.
Το Προεδρικό διάταγµα 1/2001 (64), το οποίο θέτει το ζήτηµα της «αναδιάρθρωσης, σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Γενικής Αστυνοµικής Διεύθυνσης Αττικής», προβλέπει στο άρθρο 22 µια Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών η οποία περιλαµβάνει, µεταξύ άλλων τµηµάτων, ένα Τµήµα Προσωπικού. Το Τµήµα αυτό είναι αρµόδιο για το χειρισµό όλων των ζητηµάτων που αφορούν στην οργανωτική σταθερότητα και τις σχέσεις µεταξύ των µελών της Διεύθυνσης Ασφαλείας. Παρόλα αυτά, καµία αναφορά δε γίνεται σε θέµατα διακρίσεων.
Σύµφωνα µε το άρθρο 10 του Προεδρικού Διατάγµατος, θα έπρεπε να λειτουργούν Γραφεία Ασφαλείας σε κάθε Αστυνοµικό Τµήµα, σε κάθε περιοχή της χώρας.
Επιπλέον, το ίδιο Προεδρικό Διάταγµα αναφέρεται και στο γνωστό Τµήµα Ηθών, του οποίου σκοπός είναι «η δίωξη εγκληµάτων περί τα ήθη», η εφαρµογή της νοµοθεσίας σχετικά µε την πορνεία καθώς και ο «έλεγχος του προσωπικού των δηµόσιων κέντρων και καταστηµάτων» (άρθρο 17, παρ. γ).

Σχόλια
1. Το Προεδρικό Διάταγµα δεν προβλέπει τη δηµιουργία υπηρεσίας καταπολέµησης των διακρίσεων και προώθησης της πολυµορφίας εντός της σηµαντικής αυτής διεύθυνσης.
2. Η απουσία αρµόδιας ειδικής υπηρεσίας εντός της Ελληνικής Αστυνοµίας
για θέµατα διακρίσεων είναι χαρακτηριστικό παράδειγµα της κατάστασης στην
Ελλάδα όσον αφορά σε θέµατα διακρίσεων και πολυµορφίας. Η καταπολέµηση των διακρίσεων και η προώθησης της πολυµορφίας δεν έχουν προβλεφθεί ούτε στη Διεύθυνση Ασφαλείας, η οποία είναι υψηλού επιπέδου διεύθυνση η οποία θα µπορούσε να αποτελέσει παράδειγµα στον τοµέα αυτόν, ούτε και στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών, η οποία είναι αρµόδια για την εσωτερική λειτουργία της Ελληνικής Αστυνοµίας και άρα θα µπορούσε να αναλάβει τη διεξαγωγή ανακρίσεων σε περιπτώσεις διακρίσεων κατά αστυνοµικών υπαλλήλων που ανήκουν σε µειονοτικές οµάδες.

7.2. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνοµίας
Ο Νόµος 2713/1999 (65) προβλέπει τη λειτουργία ειδικής Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, υπό τον έλεγχο της-του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνοµίας. Αποστολή της είναι η διερεύνηση και δίωξη εγκληµάτων που τελούνται από αστυνοµικούς υπαλλήλους σε ολόκληρη τη χώρα. Ο νόµος αναφέρεται σε συγκεκριµένα εγκλήµατα όπως την παράνοµη εµπορεία ναρκωτικών και όπλων, την αρχαιοκαπηλία, τη σωµατεµπορία, τα παίγνια και τις αλλοδαπές-ους.
Με σκοπό την παρεµπόδιση της τελέσεως τέτοιου είδους εγκληµάτων ή της συµµετοχής σε αυτά µελών του αστυνοµικού προσωπικού, ο νόµος έχει ορίσει τη συγκεκριµένη υπηρεσία αρµόδια για τις σχετικές επίσηµες έρευνες. Επιπλέον, η υπηρεσία αυτή έχει απεριόριστη πρόσβαση στα αρχεία όλων των άλλων τµηµάτων της αστυνοµίας. Εάν το αποτέλεσµα µιας έρευνας δείξει πως έχει τελεστεί παράνοµη πράξη, τότε ο φάκελος παραδίδεται στην Εισαγγελία.

Σχόλιο
Οι ρατσιστικές πράξεις και οι διακρίσεις σε βάρος αστυνοµικών εντός της Ελληνικής Αστυνοµίας δεν περιλαµβάνονται στις αρµοδιότητες της υπηρεσίας.
Οι υπάλληλοι της υπηρεσίας αυτής επιλέγονται µε βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α) Θα πρέπει να έχουν διακριθεί στα καθήκοντά τους όσον αφορά στις επιδόσεις, τη συµπεριφορά, την υπευθυνότητα, την ηθική και την αποφασιστικότητά τους.

β) Θα πρέπει, κατά τη διάρκεια των πέντε προηγούµενων ετών, να έχουν αξιολογηθεί µε το γενικό χαρακτηρισµό «εξαίρετη-ος».

Η διάρκεια υπηρεσίας στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων δεν µπορεί να υπερβεί τα τρία χρόνια και µπορεί να ανανεωθεί µόνο µία φορά. Τα άτοµα τα οποία διαθέτουν τα παραπάνω προσόντα και έχουν επιπλέον ήδη συµπληρώσει τουλάχιστον δύο χρόνια υπηρεσίας σε τµήµα ασφάλειας, καθώς και εκείνες-οι που είναι εθελόντριες-ες και έχουν γνώσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών προτιµούνται για τη συγκεκριµένη θέση. Οι αστυνοµικοί υπάλληλοι που έχουν τιµωρηθεί ή διωχθεί από τα αρµόδια αστυνοµικά σώµατα για τυχόν πειθαρχικά παραπτώµατα όπως και εκείνες-οι που έχουν στο παρελθόν υπηρετήσει σε γραφεία µελών της κυβερνήσεως ή βουλευτών δεν µπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη συγκεκριµένη Υπηρεσία.
Εξαιρούνται επίσης όσες-οι βρίσκονται κοντά στη συµπλήρωση του ορίου ηλικίας που τους επιτρέπει να εργάζονται στην Ελληνική Αστυνοµία, καθώς και όσοι έχουν συµπληρώσει τριάντα πέντε χρόνια υπηρεσίας στις αστυνοµικές δυνάµεις.
Η-Ο Διοικητής της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων διορίζεται απευθείας από την-τον Υπουργό Δηµόσιας Τάξης, κατόπιν γνώµης της Επιτροπής Θεσµών και Διαφάνειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Το υπόλοιπο προσωπικό επιλέγεται, διορίζεται και αποµακρύνεται από το Ανώτερο Συµβούλιο Κρίσεων Αξιωµατικών της Αστυνοµίας, µετά από πρόταση της-του Διοικητή της Υπηρεσίας Εσωτερικών
Υποθέσεων. Το εν λόγω συµβούλιο συνέρχεται µόνο ύστερα από απόφαση της-του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνοµίας.

7.3. Το ζήτηµα των αδειών των αστυνοµικών υπαλλήλων
Το θέµα των αδειών είναι αναπόφευκτα ένας από τους σηµαντικότερους παράγοντες της επαγγελµατικής καριέρας των αστυνοµικών υπαλλήλων. Ένα έντονα «στρατιωτικοποιηµένο» σύστηµα έχει µοιραία σαν αποτέλεσµα την παραίτηση των µελών εκείνων που χρειάζονται µια πιο ευέλικτη αντιµετώπιση.
Το νοµικό πλαίσιο που διέπει τις άδειες του αστυνοµικού προσωπικού έχει καθοριστεί από το Προεδρικό Διάταγµα 27/1986 (66), όπως τροποποιήθηκε από τα Προεδρικά Διατάγµατα 12/1994 (67) και 339/1997 (68). Οι κατηγορίες αδειών είναι οι ακόλουθες:
α. κανονική,
β. κανονική µε µειωµένες αποδοχές,
γ. βραχεία,
δ. αναρρωτική (για λόγους υγείας),
ε. εκπαιδευτική (για σπουδές στην ηµεδαπή και την αλλοδαπή),
στ. µακράς διάρκειας (µόνο σε περίπτωση απουσίας στο εξωτερικό),
ζ. ειδική (για φοιτήτριες-ες),
η. ειδική (για εξετάσεις),
θ. γονική,
ι. ολιγόωρη
Το προσωπικό της αστυνοµίας δικαιούται κάθε χρόνο µία κανονική άδεια 30 ηµερών (µε πλήρεις αποδοχές). Οι απόφοιτες-οι της Αστυνοµικής Ακαδηµίας δεν δικαιούνται κανονική άδεια το έτος της αποφοίτησής τους. Η κανονική άδεια χορηγείται είτε ολόκληρη είτε τµηµατικά, εκτός και αν κάποια σοβαρή και επείγουσα ανάγκη απαιτήσει αλλαγή της αρχικής πρόβλεψης. Εάν για κάποιο λόγο η άδεια δεν έχει χορηγηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, µπορεί να χορηγηθεί κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων µηνών του προσεχούς έτους. Μόνο το ένα τρίτο των αξιωµατικών του ίδιου τµήµατος ή το ένα τέταρτο των χαµηλόβαθµων αστυνοµικών υπαλλήλων του ίδιου τµήµατος µπορεί να πάρει άδεια ταυτόχρονα.
Άτοµα τα οποία έχουν τιµωρηθεί µε την πειθαρχική ποινή της «υποχρεωτικής αναστολής» δε δικαιούνται κανονική άδεια εάν η διάρκεια απουσίας τους υπερέβη τους δύο µήνες µέσα στον ίδιο χρόνο. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και µόνο κατόπιν θετικής γνώµης της προϊσταμένης-ου, µπορεί να χορηγηθεί στο προσωπικό της αστυνοµίας έκτακτη άδεια µε µειωµένο µισθό, εάν η κανονική άδεια έχει ήδη εξαντληθεί. Ο µισθός σε αυτήν την περίπτωση µειώνεται κατά 50%.
Σε µεµονωµένες περιπτώσεις, οι οποίες ορίζονται λεπτοµερώς από το άρθρο 4
του Προεδρικού Διατάγµατος 27/1986 (69), ένα µέλος του αστυνοµικού σώµατος έχει το δικαίωµα έκτακτης άδειας η οποία δεν µπορεί να υπερβεί τις επτά ηµέρες µέσα στο ίδιο έτος, ανεξαρτήτως του αν η κανονική άδεια έχει ήδη εξαντληθεί ή όχι. Οι περιστάσεις σύµφωνα µε τις οποίες δικαιολογείται η έκτακτη άδεια (µέχρι επτά ηµέρες) είναι ο θάνατος ή η σοβαρή ασθένεια των γονέων ή κάποιου άλλου µέλους της οικογένειας της ενδιαφεροµένης-ου ή οποιουδήποτε άλλου είδους σοβαρό περιστατικό που σχετίζεται µε την προσωπική ή την οικογενειακή κατάσταση της ενδιαφερόµενης-ου και σε κάθε περίπτωση επαφίεται στην κρίση της προϊσταµένης-ου.
Η µακράς διάρκεια άδεια για ταξίδι στο εξωτερικό χορηγείται µόνο σε περίπτωση πολύ σοβαρών προσωπικών λόγων και µόνο αφού έχουν ήδη εξαντληθεί οι δύο κανονικές και η µία βραχεία άδεια. Η µακράς διάρκειας άδεια πρέπει να εγκριθεί από την-τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνοµίας και η χρονική της διάρκεια δεν λαµβάνεται υπόψη για προαγωγές βαθµού ή µισθού της ενδιαφεροµένης-ου. Οι κανονισµοί της Αστυνοµικής Ακαδηµίας καθώς και της Διεύθυνσης Υγειονοµικού της Ελληνικής Αστυνοµίας καθορίζουν το καθεστώς των εκπαιδευτικών αδειών και των αναρρωτικών αδειών που αφορούν θέµατα υγείας αντίστοιχα, ενώ οι άδειες εξετάσεων ρυθµίζονται από το Νόµο 2683/1999 (70), που ισχύει για όλες τις δηµόσιες-ους υπαλλήλους.



63 ΦEK 62A/ 23-04-1997
64 ΦEK 1A/10-01-2001
65 ΦEK 89A/30-04-1999
66 ΦEK 11A/1986
67 ΦEK 10A/08-02-1994
68 ΦEK 231A/20-11-1997
69 ΦEK 11A/1986
70 ΦEK 19A/09-02-1999