7 Φεβ 2009

Σπίτια αντοχής



Σε αυτά τα σπίτια εργάζονται εκείνες που όλες-οι πιστεύουμε ότι μπορούμε να τις πούμε τι να (μην) κάνουν. 

Οι ίδιες αποφάσισαν για διάφορους λόγους που δεν είναι της παρούσης να εργάζονται στο σεξ. 

Εμείς οι άμεμπτες-οι για λόγους που αφορούν τη δική μας μιζέρια, φτώχια και ανούσια ηθική απαγορεύουμε σε αυτές να εργαστούν. Το δικαίωμα όλων, αυτό της αυτοδιάθεσης και της πρόσβασης στην εργασία μας διαφεύγει.

Ο συνήθης ισχυρισμός μας είναι ότι δεν είναι δυνατόν να διαλέγουν το συγκεκριμένο επάγγελμα κι ότι αναγκάζονται σε αυτό είτε με άμεση βία είτε από τις δομές των χωρών ή και της πατριαρχίας. Ο εξαναγκασμός για οτιδήποτε δεν χωρά πουθενά και είναι καταδικαστέος.

Οι δυο βασικές συγκρουόμενες απόψεις είναι ο εξαναγκασμός σε σεξουαλική εργασία και από την άλλη η ανάγκη ύπαρξης του επαγγέλματος για εκείνους που δεν έχουν ή δεν μπορούν να έχουν συντρόφισσα. Πχ. ηλικιωμένοι, πολύ νέοι, ανάπηροι.

Εννοείται ότι το σεξ δεν σχετίζεται με τις γυναίκες, γιατί αυτές δεν κάνουν σεξ, μόνο δέχονται το αντρικό σεξ και αναπαράγουν παιδιά. Η ευχαρίστηση και πολύ περισσότερο ο οργασμός είναι άγνωστη λέξη για τις περισσότερες. Γιαυτό δεν υπάρχουν σπίτια για την ικανοποίηση των ετερό ή αμφισεξουαλικών γυναικών, ούτε και οι λεσβίες μπορούν να αναζητήσουν σεξ στα σπίτια ή στο δρόμο.

Όταν σε μια παρέα ρωτιέται κάποιος αν επισκέπτεται τα σπίτια η απάντηση είναι ένα μασημένο: «Μμμ ναι, όταν ήμουν μικρός μια δυο φορές». Όμως οι έρευνες λένε πως ένας στους δύο ενεργούς σεξουαλικά κατοίκους αυτής της χώρας είναι σταθεροί πελάτες των σπιτιών.

Η πραγματικότητα είναι ότι το πληρωμένο σεξ αφθονεί τόσο που οι τιμές είναι εξευτελιστικές και μπορούμε να έχουμε σεξ με την καλύτερη κυρία. Με αυτά κι άλλα πολλοί νοιώθουν νέοι, ντούροι και παίρνουν διαζύγιο από τις εδώ και 30 χρόνια συζύγους τους και το πιο επικύνδυνο κάνουν σεξ χωρίς προφύλαξη πληρώνοντας διπλή και τριπλή ταρίφα.

Το σπορ νόμιμα ή όχι ασκείται. Το θέμα είναι να πάψουμε εμείς να έχουμε αρνητικό λόγο για δικαιώματα που αναγνωρίζουμε πρώτα στις εαυτές μας.

Ας έχουμε κατά νου ότι αν θέταμε σε δημόσιο διάλογο την επιλογή της συντρόφισάς μας ή τις σεξουαλικές μας πρακτικές, δεν θα ήμασταν σίγουρα αποδεκτές ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό μας.

Θέτοντας σε παρανομία τις εργαζόμενες στο σεξ υποστηρίζουμε το υπάρχον και συνεχώς αναπτυσσόμενο σύστημα εκμετάλλευσης. 
Αφήνουμε στα χέρια της αστυνομίας, του Δήμου, των δικαστηρίων, των προστατών, και των δικηγορίνων-ων την διαπραγμάτευση της «παρανομίας» η οποία λύεται πολύ γρήγορα αλλά ακριβοπληρώνεται. 

Κι επειδή το χρήμα είναι με ουρά, τις διατηρούν σε αυτή την ανόητη συνθήκη παρανομίας με το νόμο 2734/1999. Όπου ξεκίνησε για να δημιουργήσει την λειτουργία των σπιτιών όμως οι όροι και οι προϋποθέσεις είναι αποτρεπτικές, θέτοντας εκτός νόμου ακόμη και εκείνες που ως τώρα είχαν νόμιμο σπίτι.

Η παρανομία τις καθιστά φτωχότερες, ανίκανες ή αμελείς για υγειονομικές εξετάσεις, ανίσχυρες στην χρήση προφυλακτικού, ανασφάλιστες, θύματα εκμετάλλευσης στα ενοικιοστάσια και από τους προστάτες, στην παροχή υπηρεσιών και χωρίς σύνταξη.

Ας σταματήσουμε να δίνουμε την ευχέρεια σε κάθε τυχάρπαστο με τα όποια απωθημένα να βιαιοπραγεί στις εργαζόμενες στο σεξ και αυτές όντας "παράνομες" να μην μπορούν ούτε την αστυνομία να καλέσουν για βοήθεια.

Ας μην επιτείνουμε την εξαθλίωση και την απαξία που ήδη εισπράττουν.



Στην πάνω φωτογραφία προσέξαμε ότι οι χώρες που απαγορεύουν την εργασία στο σεξ , στην πράξη έχουν τις περισσότερες εργαζόμενες που τουλάχιστον βρίθουν στην χώρα μας.
Η Αφρική λείπει από το χάρτη αλλά κατέχει πολύ υψηλά ποσοστά εργαζομένων παγκόσμια.
Για όσες κρίνουν ότι οι δομές του πολιτισμού ή του πολιτικού συστήματος δημιουργούν την εργασία των γυναικών στο σεξ και άρα δεν είναι ποτέ επιλογή τις. Προτείνουμε να πολεμήσουμε τις δομές αυτές ώστε οι γυνίκες να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στην μόρφωση, την εργασία και το χρήμα και όχι να θέτουμε τις γυναίκες σε κατάσταση παρανομίας, που το μόνο ευνοεί είναι η εκμετάλευση τις από κυκλώματα που κερδίζουν πακτωλό χρημάτων σε βάρος τις.


Το άρθρο γράφτηκε από την Ευαγγελία Βλάμη στις 20.1.09 και δημοσιεύτηκε στην ΛεΠΑΤ εφημερίδα city uncovered.