8 Αυγ 2011

Υπόθεση της Bonnaud και της Lecoq κατά Γαλλίας Αρ. 6190/11 Γ'

Αριθμός Αίτησης 6190/11 από την κα. Francine Bonnaud και την κα. Patricia Lecoq κατά της Γαλλίας

Το Οικογενειακό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι "θα εμφανιστούν έτσι διακρίσεις αποκλεισμού ενός παιδιού από την ευκαιρία να επωφεληθεί από την γονική μέριμνα επιθυμητή από τη μητέρα του και τη συντρόφισα της με μοναδικό κριτήριο ότι αυτές είναι λεσβίες και έχουν σχέση".

Είπε ότι η νομολογία γνωρίζει τον από κοινού χωρισμό των γονέων, λόγω της αλλαγής του σεξουαλικού προσανατολισμού μίας-ενός εξ αυτών, και αυτό δεν σημαίνει πως η γονική μέριμνα θέτει προβλήματα για τη γονέα που γίνεται λεσβία.

Στη συνέχεια, το δικαστήριο τόνισε πως η σύνδεση που καθιερώνεται σε σχέση με τη μόνη μητέρα και ότι είναι εντελώς επιτρεπτό σε αυτή να επωφεληθεί από τις διατάξεις του άρθρου 377 του Αστικού Κώδικα. Υπενθύμισε ότι ο νόμος δεν απαιτεί να υπάρχει μια σχέση αίματος μεταξύ της γονέας και της εξουσιοδοτούμενης γονική μέριμνα.

Θεώρησε ότι οι ιδιαίτερες συνθήκες δικαιολογούν τις διασταυρούμενες πληρεξουσιότητες γονικής μέριμνας που σε μεγάλο βαθμό επιβεβαιώθηκαν τόσο από την αστυνομική έρευνα, όσο και από τις πολλές βεβαιώσεις της οικογένειας ή τις φίλες-ους των δύο προσφευγουσών, οι οποίες επιβεβαίωσαν τον καταμερισμό της εργασίας και της φροντίδα των παιδιών σε όλη την καθημερινή ζωή, οι παραχθείσες εκθέσεις δείχνουν ευημερία των παιδιών.

Λαμβάνοντας υπόψη τις επαγγελματικές δραστηριότητες της κας. Bonnaud και της κας. Lecoq (υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας και φυσιοθεραπεύτρια αντίστοιχα) που περιλαμβάνουν ταξίδια, λόγω της κατάρτισης, το δικαστήριο έκρινε πως οι ιδιαιτερότητες της ζωής και οι πιθανοί κίνδυνοι κατά τη διάρκεια αυτών των ταξιδιών τις έκαναν να λάβουν μέτρα για να αποφευχθούν προβλήματα σε περίπτωση ατυχήματος ή μη διαθεσιμότητα των βιολογικών μητέρων του κάθε παιδιού.

Υπενθύμισε ότι το επίμαχο μέτρο αναμένεται να ασκηθεί κατά τη διάρκεια ζωής των εναγουσών και, σε περίπτωση θανάτου, θα λαμβάνανονταν υπόψη παρελθούσες πρακτικές τοποθετήσεις στα παιδιά.

Εν κατακλείδι, το δικαστήριο θεώρησε ότι ήταν προς το συμφέρον της Ε. και του T. να χορηγηθούν τα ζητούμενα μέτρα, όπως προβλέπεται από το άρθρο 377-1 του Αστικού Κώδικα.

Το εφετείο υπέβαλλε έφεση.
Με απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2008, το Εφετείο της Douai ανέτρεψε την προηγούμενη απόφαση. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι προσφεύγουσες δεν απέδειξαν πως οι συνθήκες ή το συμφέρον των παιδιών απαιτούσαν η κάθεμια να εξουσιοδοτήσει την συντρόφισά της να έχει τη γονική μέριμνα για την άσκηση της από κοινού.

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο (Εφετείο) διαπίστωσε ότι οι προσφεύγουσες έδειξαν πως ζουν σταθερά ως ζευγάρι (έχουν σύμφωνο συμβίωσης) και πως τα παιδιά είχαν αναπτυχθεί και ενσωματωθεί καλά μέσα στην ένωσή-σχέση τις και στην οικογένεια της κάθεμιας.

Είπε συγκεκριμένα ότι οι μετακινήσεις τις ήταν σπάνιες και δεν συνέβαιναν καθημερινά, λαμβάνοντας υπόψη τα παρεχόμενα παραδείγματα παρά την απομάκρυνσή τις για επαγγελματικές αιτίες, αυτές δεν ενέχουν πραγματικά τίποτα το ασυνήθιστο στην κοινωνία μας και πως τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας τώρα τις επιτρέπουν να επικοινωνούν αμέσως με κάποια και από οπουδήποτε στον κόσμο.


Το δικαστήριο έκρινε πως το γεγονός ότι οι ενάγουσες μπορεί να γίνουν θύματα ατυχημάτων παραμένει υποθετικό και είναι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει κάθε μητέρα που έχει την αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας, λόγω του θανάτου της άλλης γονέα ή λόγω του ενός και μοναδικού δεσμού γονικής σχέσης. Οι συνθήκες είναι κοινές σε πολλές μονογονεϊκές οικογένειες.


Επιπλέον, σύμφωνα με το Εφετείο, οι προσφεύγουσες δεν αποδεικνύουν τις ιδιαίτερες δυσκολίες ώστε να δώσουν το ρόλο της γονέα που προτίθενται να αναγνωρίζουν η μια στην άλλη. Το Εφετείο έκρινε ότι, δεδομένου πως οι βεβαιώσεις αποδεικνύουν ήδη την ευημερία και την ανάπτυξη των παιδιών, οι προσφεύγουσες "δεν εξηγούν πώς η ανάθεση της γονικής μέριμνας θα επιτρέψει στα παιδιά (και όχι στις μητέρες, δεδομένου πως εδώ το ζήτημα είναι το συμφέρον των παιδιών) να έχουν καλύτερες συνθήκες-προϋποθέσεις διαβίωσης ή καλύτερη προστασία".

Τέλος, το Εφετείο σημείωσε πως οι δύο ενάγουσες παραδέχονται πως η ανάθεση της γονικής μέριμνας τελειώνει με το θάνατο της δικαιούχου γονικής μέριμνας, έτσι η κατάσταση των παιδιών δεν είναι καλύτερη με την ανάθεση της γονικής μέριμνας στην άλλη γονέα ή αυτή δεν μπορεί να επικαλεσθεί ούτε το συμφέρον του παιδιού σε παρόμοια υπόθεση.

Οι ενάγουσες άσκησαν έφεση που περιορίζεται σε νομικά ζητήματα για τη στήριξη της οποίας επικαλούνται κυρίως τα άρθρα 8 και 14 της Σύμβασης.


Την είδηση την βρήκαμε στις 8.1.11 και την μεταφράσαμε από την Echr.Coe στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?key=90897&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649&portal=hbkm&action=html&source=external-click&highlight=&sessionid=74205692&skin=hudoc-en