10 Φεβ 2012

Υπόθεση Vejdeland και άλλων κατά Σουηδίας αριθ. υποθεσ. 1813/07 9


Υπόθεση Vejdeland και λοιπών το κείμενο έχει χωρίσθει σε 9 μέρη, πατήστε εδώ για να βρεθείτε στο πρώτο μέρος.

55. Επιπλέον, το ΕΔΑΔ υπενθυμίζει ότι η υποκίνηση σε μίσος δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκην μια πρόσκληση για μια πράξη βίας, ή άλλες εγκληματικές πράξεις. Επιθέσεις σε πρόσωπα που διαπράττονται για να προσβάλουν, γελοιοποιήσουν ή να συκοφαντήσουν συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού είναι επαρκής για τις αρχές να ευνοούν την καταπολέμηση του ρατσιστικού λόγου σε συμβιβασμό της ελευθερίας της έκφρασης ασκείται με ανεύθυνο τρόπο (Δείτε υπόθεση Féret κατά Βελγίου, αριθ. 15615/07, § 73, 16 Ιουλίου 2009). Εν προκειμένω, το ΕΔΑΔ τονίζει ότι οι διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού είναι τόσο σοβαρές όσο οι διακρίσεις λόγω «φυλής, καταγωγής ή χρώματος» (Δείτε, μεταξύ άλλων, υπόθεση Smith και Grady κατά Αγγλίας, αριθ. 33985/96 και 33986 / 96, § 97, ECHR 1999-VI).

56. Το ΕΔΑΔ λαμβάνει επίσης υπόψη ότι τα φυλλάδια αφέθηκαν στα ντουλάπια των νεαρών που ήταν σε εύπιστη και ευαίσθητη ηλικία και οι οποίες-οι δεν είχαν τη δυνατότητα άρνησης να τα δεχθούν, (Δείτε, mutatis mutandis - τηρουμένων των αναλογιών, υπόθεση Handyside κατά Αγγλίας, της 7ης Δεκεμβρίου 1976, § 52, Σειρά Α, αριθ. 24.). Επιπλέον, η διανομή των φυλλαδίων έγινε σε ένα σχολείο που κανένας από τους προσφεύγοντες δεν συμμετείχε (στο σχολείο) και στο οποίο δεν έχουν ελεύθερη πρόσβαση.

57. Κατά την εξέταση της προσέγγισης τα εθνικά δικαστήρια όταν αποφάσισαν εάν υπήρχε «επιτακτική κοινωνική ανάγκη», και οι λόγοι που επικαλούνται οι αρχές για να δικαιολογήσουν την παρέμβαση, το Δικαστήριο παρατηρεί τα εξής. Το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνώρισε το δικαίωμα των προσφευγόντων να εκφράσουν τις ιδέες τους, ενώ ταυτόχρονα τόνισε ότι μαζί με τις ελευθερίες και τα δικαιώματα οι πολίτισες-ες έχουν επίσης υποχρεώσεις, μια τέτοια υποχρέωση είναι, στο μέτρο του δυνατού, να αποφεύγονται δηλώσεις που είναι αδικαιολόγητα προσβλητικές για τις άλλες, συνιστούν μια επίθεση κατά των δικαιωμάτων των άλλων. Το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε στη συνέχεια ότι οι δηλώσεις στα φυλλάδια ήταν αδικαιολόγητα προσβλητικές. Τόνισε επίσης ότι οι προσφεύγοντες είχαν αφήσει τα φυλλάδια μέσα ή πάνω στα ντουλάπια των μαθητριών, με αποτέλεσμα να τα επιβάλλουν στις μαθήτριες. Έχοντας ισορροπήσει τις σχετικές εκτιμήσεις, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπάρχει λόγος να μην εφαρμοστεί το σχετικό άρθρο του Ποινικού Κώδικα

58. Τέλος, ένας σημαντικός παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εκτίμηση της αναλογικότητας μια παρέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης είναι η φύση και η σοβαρότητα των κυρώσεων που επιβάλλονται (Δείτε υπόθεση Ceylan κατά Τουρκίας [GC], αριθ. 23556/94, § 37 , ΕΔΑΔ 1999-IV, υπόθεση Tammer κατά Εσθονίας, αριθ. 41205/98, § 69, ΕΔΑΔ 2001-I, και υπόθεση Skaÿka κατά Πολωνίας, αριθ. 43425/98, § § 41-42, 27 Μαΐου 2003). Το ΕΔΑΔ σημειώνει ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν καταδικαστεί σε φυλάκιση, αν και το έγκλημα για το οποίο είχαν καταδικαστεί επισύρει ποινή φυλάκισης έως δύο ετών. Αντ' αυτού, σε τρείς εξ' αυτών δόθηκαν ανασταλτικές αποφάσεις σε συνδυασμό με πρόστιμα που κυμαίνονται από περίπου 200 έως 2.000 ευρώ, και ο τέταρτος προσφεύγων καταδικάστηκε σε αστυνομική επιτήρηση. Το ΕΔΑΔ δεν βρίσκει υπερβολικές αυτές τις κυρώσεις σε αυτές τις συνθήκες.

59. Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, το ΕΔΑΔ κρίνει ότι η καταδίκη των προσφευγόντων και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν δεν ήταν δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό και ότι οι λόγοι της αιτιολόγησης αυτών των μέτρων του Ανώτατου Δικαστηρίου ήταν κατάλληλη και επαρκής. Η παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματος των προσφευγόντων στην ελευθερία της έκφρασης συνεπώς εύλογα θεωρήθηκε από τις εθνικές αρχές ως αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία για την προστασία της υπόληψης και των δικαιωμάτων των άλλων.

60. Οι ανωτέρω σκέψεις αρκούν για να μπορέσει το ΕΔΑΔ να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή δεν αποκαλύπτει παραβίαση του άρθρου 10 της Συνθήκης.

II. ΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ
61. Οι προσφεύγοντες παραπονούνται ότι είχαν καταδικαστεί για κάποιο έγκλημα που δεν προβλέπεται από το νόμο. Επικαλούνται το άρθρο 7 της Συνθήκης, το οποίο ερμηνεύται, στο βαθμό που είναι συναφές, ως εξής:
"Καμιά δεν μπορεί να θεωρηθεί ένοχη για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα λόγω της οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης, η οποία δεν συνιστά ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο κατά τη στιγμή της τέλεσής της”. ...

62.Έχοντας υπόψη τη διαπίστωση δυνάμει του άρθρου 10 το μέτρο για το οποίο παραπονέθηκαν που έχει “περιγραφεί-ορισθεί από το νόμο" κατά την έννοια της Συνθήκης (Δείτε ανωτέρω παράγραφο 49), το ΕΔΑΔ διαπιστώνει ότι αυτό το τμήμα της προσφυγής πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτο ως προδήλως αβάσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 35 § § 3 α) και 4 της Συνθήκης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ, ΤΟ ΕΔΑΔ ΟΜΟΦΩΝΩΣ
1. Κηρύσσει την καταγγελία βάσει του άρθρου 10 παραδεκτή και το υπόλοιπο της προσφυγής απαράδεκτο,

2. Αποφαίνεται ομόφωνα ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10 της Συνθήκης.

Καταγράφηκε στην Αγγλική και κοινοποιήθηκε εγγράφως στις 9 Φεβρουαρίου 2012, σύμφωνα με το άρθρο 77 § § 2 και 3 του Κανονισμού του Δικαστηρίου.



Η Claudia Westerdiek
Γραμματέας   Ο Dean Spielmann Πρόεδρος
 


Την είδηση την βρήκαμε στις 9.2.12 και την μεταφράσαμε από την ιστοσελίδα του Ευρωπ. Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?action=html&documentId=900340&portal=hbkm&source=externalbydocnumber&table=F69A27FD8FB86142BF01C1166DEA398649