7 Ιουν 2016

Νόμος σεξουαλικής επίθεσης, Αξιοπιστία και "ιδανικά" θύματα 2


Επιπλέον, εξακολουθεί να υπάρχει η κλιμακούμενη χρήση των προσωπικών αρχείων των προσφευγουσών σε περιστατικά σεξουαλικής επίθεσης για να δυσφημήσουν τις περιγραφές τις και να επιτεθούν στην αυθεντικότητα των ισχυρισμών των θυμάτων. Παρά τα εκ του νόμου εμπόδια που υποτίθεται ότι πρέπει να αποκλείει αυτό που είναι γνωστό ως “αποστολή αλίευσης”, αυτές οι νομικές προστασίες έχουν αποδειχθεί, σε πάρα πολλές υποθέσεις, να είναι εξωφρενικά ανεπαρκείς στην πράξη. Αντίθετα, η ανασκαφή των προσωπικών ιστοριών των προσφευγουσών μέσω της εξέτασης των στοιχείων έχει γίνει ένας από τους σημαντικότερους τόπους των επιθέσεων κατά της αξιοπιστίας της καταγγέλουσας σεξουαλική επίθεση, όπως οι μελέτες από μια σειρά νομικών σχολιαστριών έχουν αποδείξει. 25 

Η Elizabeth Sheehy, μία από τις πρώτες φεμινίστριες σχολιάστριες που προειδοποιούν για την μετατόπιση της μάχης στο να δυσφημήσουν τα θύματα σεξουαλικής επίθεσης μέσα από την ανασκαφή των προσωπικών αρχείων, ανέλυσε τη νομική πορεία αυτής της προσέγγισης, η οποία παραμένει μία κεντρική και σύγχρονη τακτική υπεράσπισης για τον κατηγορούμενο. 26 Μια σειρά από μελέτες έχουν από τότε επιβεβαιώσει τις ανησυχίες και απεικονίζουν τους τρόπους με τους οποίους το αίτημα για προσωπικά αρχεία σε περιπτώσεις σεξουαλικής επίθεσης έχει γίνει μια τακτική, αν όχι ρουτίνας, μια τακτική υπεράσπισης του κατηγορουμένου. Σε μια μελέτη σχετικά με το θέμα, η οποία περιλαμβάνει στην πραγματικότητα συνεντεύξεις με συνήγορους υπεράσπισης, δικηγόρους που εκπροσωπούν όσους κατηγορούνται για σεξουαλική κακοποίηση ανέφερε ρητά ότι ήθελαν πρόσβαση για να εξετάσουν τα προσωπικά αρχεία των προσφευγουσών “για αποδείξεις ότι η κύρια μάρτυρας δεν είναι αξιόπιστη ή για ανακολουθίες στην περιγραφή της ή για υλικό που την προσβάλει ή την εξευτελίζει αρκετά ώστε να την πείσουν να μην προχωρήσει”. 27

Παρά τις καταγγελίες από ορισμένα μέλη συνηγόρων, δικαστών, και νομικών σχολιαστριών-ων ότι οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που διέπουν και περιορίζουν τη πρόσβαση στα αρχεία των προσφευγουσών τις κατηγορούν πως διαβρώνουν τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, 28 οι περιορισμοί αυτοί, στην πραγματικότητα, δεν είναι τόσο περιοριστικοί και παραμένουν εξαιρετικά διαπερατοί. Η συνεχιζόμενη πρόσβαση και η χρήση των, προσωπικών αρχείων σε υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης δείχνει ότι, παρά την κάποια προοδευτική νομική μεταρρύθμιση στον τομέα των προσωπικών αρχείων των προσφευγουσών, ο νόμος της σεξουαλικής επίθεσης, στην πράξη, συνεχίζεται με ορισμένους σημαντικούς τρόπους για να αποτύχει αποδεδειγμένα την προστασία των προσφευγουσών σε υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης. 29

Η στροφή προς ένα καταφατικό πρότυπο συναίνεσης στο νόμο υπήρξε σημαντική και προοδευτική, αλλά δεν σημαίνει ότι οι δυσκολίες που αφορούν την απόδειξη της έλλειψης συναίνεσης έχουν εξαλειφθεί στην πράξη. Πράγματι, οι υποθέσεις συζυγικής σεξουαλικής επίθεσης είναι ιδιαίτερα επίμονες επειδή ορισμένες δικαστίνες-ες προσκολλώνται σε ξεπερασμένες ιδέες σχετικά με τα δικαιώματα σεξουαλικής πρόσβασης μέσα στο γάμο. 30 Επιπλέον, οι τρόποι με τους οποίους οι νομικές απαιτήσεις σχετικά με τη συγκατάθεση και το "λάθος" της υπεράσπισης του κατηγορουμένου στην πραγματικότητα ερμηνεύονται και εφαρμόζονται στη νομολογία καταδεικνύει τις δυσκολίες που κάποιες δικαστίνες-ες έχουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων “εύλογων μέτρων”. 31

Επιπλέον, αν και οι φεμινίστριες έχουν αγωνιστεί σθεναρά για να εκθέσουν την έμφυλη δυναμική της σεξουαλικής βίας, και, παρά την περιστασιακή αναγνώριση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Καναδά της σχέσης μεταξύ της σεξουαλικής επίθεσης και της ανισότητας των γυναικών, η κυρίαρχη νομική τάση είναι να αντισταθεί στην ερμηνεία της σεξουαλικής επίθεσης με έμφυλους όρους και, αντ' αυτού, να μεταχειρίζονται τη σεξουαλική επίθεση ως θέμα που η αναφορά του φύλου εξαλείφεται. Με βάση την επισκόπησή της για το πώς έχουν πράγματι ερμηνευτεί μερικές από τις βασικές νομικές μεταρρυθμίσεις και εφαρμόζονται στη νομολογία, η Lise Gotell παρατηρεί: “Η δικαστική κατασκευή της σεξουαλικής επίθεσης αποτελεί μια εξατομικευμένη και ιδιωτική συζήτηση της σεξουαλικής βίας, η οποία αντιστέκεται στις φεμινιστικές χειρονομίες των μεταρυθμίσεων τη δεκαετία του 1990". 32 Ίσως δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, σε ένα ευρύτερο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο του νεο-συντηρητισμού, όπου η άνοδος της καπιταλιστικής αγοράς, καθώς ο αυξανόμενος ρυθμιστής των πτυχών της κοινωνικής ζωής είναι μέρος του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων, όπου οι νομικές απαντήσεις, συμπεριλαμβανομένων των νομικών απαντήσεων στη σεξουαλική επίθεση, θα πρέπει να διαμορφωθούν με παρόμοιο τρόπο. Ως αποτέλεσμα, στην πράξη, η εφαρμογή του νόμου της σεξουαλικής επίθεσης παρέλειψε να δεί τη σεξουαλική επίθεση στο πλαίσιο των συστηματικών έμφυλων διακρίσεων στο ευρύτερο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο και έχει ερμηνευθεί και εφαρμοστεί με ένα τρόπο εξάλειψης αναφοράς του φύλου-ουδετεροποιήση του φύλου, την προβολή κάθε υπόθεσης, σαν να είναι ένα αποκλειστικά ατομικό, ιδιωτικό, και μεμονωμένο περιστατικό. 

Στο επόμενο μέρος αυτού του άρθρου, θα αναλύσω κριτικά μερικούς από τους τρόπους με τους οποίους αυτοί οι μηχανισμοί ακύρωσης των ισχυρισμών σεξουαλικής επίθεσης εξακολουθούν να υφίστανται. Η νομική αναπτύξη των εικόνων των "ιδανικών θυμάτων” συνεχίζουν να δυσφημούν αυτές τις γυναίκες των οποίων η ζωή και τα χαρακτηριστικά δεν είναι σύμφωνα με τις έννοιες των "πραγματικών" θυμάτων σεξουαλικής επίθεσης.


"Ιδανικά Θύματα” στη Νομική και Λαϊκή Φαντασία

Πολλά έχουν γραφτεί για το πόσο δύσκολο ήταν οι περιγραφές των γυναικών για σεξουαλική βία να αναγνωρισθούν, πόσο μάλλον να αντιμετωπιστούν, από το νόμο. Όπως η Carol Smart εκφράζει τόσο εύγλωττα, τη δίκη βιασμού μπορεί να την δει καμιά, στο μικρόκοσμο, ως μια διαδικασία αποκλεισμού των γυναικών και της σεξουαλικότητας των γυναικών. 33 Ένας από τους τρόπους με τους οποίους λειτουργεί αυτή η έκπτωση είναι μέσα από τα στερεότυπα γύρω από το τι συνιστά αυθεντική θυματοποίηση. Μιλώντας για τις προκλήσεις που αφορούν τη νομιμότητα των ισχυρισμών του "θύματος", η Elizabeth Schneider παρατήρησε ότι οι αντιφάσεις της θυματοποίησης είναι ιδιαίτερα έντονες στον τομέα της ισότητας των γυναικών. Οι ισχυρισμοί του θύματος για τις γυναίκες είναι συχνά ο μόνος τρόπος να ακουστούν οι γυναίκες, παρόλα αυτά ενεργοποιούν παγιωμένα στερεότυπα της παθητικότητας και της αγνότητας ... οι [έ]ννοιες της δράσης είναι επίσης περιορισμένες και προβληματικές. Παραδοσιακές απόψεις δράσης βασίζονται στις έννοιες της ατομικής επιλογής και ευθύνης, της ατομικής βούλησης και δράσης-αντιλήψεις πολυδιασπασμένων ατόμων, που ενεργούν μόνες χωρίς να περιορίζονται από κοινωνικές δυνάμεις, χωρίς να παρεμβαίνουν κοινωνικές δομές και συστημικές στερήσεις. 34

Μια θεμελιώδης έκφραση των τρόπων με τους οποίους έχει υπονομευθεί η αξιοπιστία των γυναικών που αναφέρουν σεξουαλική επίθεση βρίσκεται περιτριγυρισμένη από στερεότυπα για το πως ένα "πραγματικό" θύμα σεξουαλικής επίθεσης είναι και πώς ένα τέτοιο "πραγματικό" θύμα ανταποκρίνεται σε αυτή τη βία. Η σύνδεση με αυτήν την έννοια είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα των ίδιων των "θυμάτων", μια κατηγορία ανθρώπων που έχει υποβληθεί σε ισχυρή φεμινιστική κριτική, ιδιαίτερα εμφανή στην προτίμηση πολλών γυναικών υπηρεσιών για τη γλώσσα των “επιζησάντων” θυμάτων.

Προβλήματα σχετικά με την κατηγορία του θύματος δεν είναι μόνο στατικής ποιότητας, αλλά και ότι κάθετι φαίνεται ακραίο - η σοβαρότητα των εικόνων και των συνδέσμων της κατηγορίας εξορκίζει. Αυτό το ακραίο λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Πρώτον, το άκρο που συνδέεται με την κατηγορία του «θύματος» μπορεί να συγκρουστεί για τον τρόπο με τον οποίο πολλές γυναίκες μπορεί να αντιμετωπίσουν τις τραυματικές εμπειρίες της σεξουαλικής εισβολής, οι οποίοι μπορεί να περιλαμβάνουν είτε ελαχιστοποίηση της εμπειρίας είτε να κατηγορήσουν τις εαυτές τις σε κάποιο βαθμό, αν όχι αποκλειστικά αυτές, για ό,τι συνέβη. Παραδόξως ίσως, αυτές οι στρατηγικές αντιμετώπισης, οι οποίες μπορεί να φαίνονται αντι-διαισθητικές, μπορεί να ενισχύσουν πραγματικά την αίσθηση της δράσης μιας γυναίκας θύματος του και να μετριάσουν την αίσθηση της τρωτότητας. Με άλλα λόγια, αν μια γυναίκα αισθάνεται ότι θα μπορούσε να είχε κάποιο έλεγχο της κατάστασης, αλλά ίσως απλά έκανε λάθος στην προσέγγισή της για να το διαχειριστεί, αυτή η απάντηση μπορεί να ενισχύσει πραγματικά την αίσθηση της αποτελεσματικότητας, της δράσης και να μετριάσει την αίσθηση της αδυναμίας και του αφανισμού που σχετίζεται με την βία ή την εισχώρηση-διείσδυση: "Την επόμενη φορά, θα ξέρω τι να κάνω με διαφορετικό τρόπο γι' αυτό δεν θα βιαστώ".

Δεύτερον, η κυρίαρχη κατασκευή της κατηγορίας των «θυμάτων» φαίνεται να δείχνει ότι η σεξουαλική εισχώρηση-διείσδυση και η βία είναι ένα ασυνήθιστο και δραματικό γεγονός, μια σπάνια απόκλιση από την συνήθη εμπειρία των περισσότερων γυναικών. Το άκρο του τι πρέπει να γίνει, προκειμένου να πληρούνται οι προϋποθέσεις, για πολλούς, "πραγματικός βιασμός", σημαίνει ότι πολλές από τις πιο συνηθισμένες, καθημερινές απειλές, παρεμβατικότητες και εμπειρίες καταναγκασμού ανεπιθύμητης σεξουαλικής προσοχής και επαφής καταλήγουν να ομαλοποιούνται και κατ' αυτό τον τρόπο να καθίσταται αόρατη. 35 Ως εκ τούτου, οι γυναίκες που υπόκεινται σε αυτή την προσοχή και την επαφή δεν είναι “πραγματικά θύματα". Αυτές οι γυναίκες έχουν βιώσει απλά τα "κανονικά" πράγματα της καθημερινής ζωής που μπορεί να προκύψουν μεταξύ γυναικών και ανδρών.

Η Elizabeth Stanko έχει γράψει για τις επιπλοκές που περιβάλλουν την ιδιότητα του «θύματος» σε σχέση με τη βία κατά των γυναικών. Όπως εξηγεί, το να [δ]ημιουργείς μια κατηγορία “θυμάτων” είναι ένας τρόπος συναλλαγής-συνδιαλλαγής των εμπειριών της ανδρικής βίας των γυναικών. Ο ρόλος και το καθεστώς του "θύματος" είναι ξεχωριστά από εκείνους όλων των γυναικών. "Θυματοποίηση”, η πρακτική αντικειμενοποίησης των εμπειριών των γυναικών που έχουν δεχτεί ανδρική βία, χρησιμεύει για να αρνηθεί τα κοινά μεταξύ των γυναικών που έχουν δεχτεί σεξουαλική ή και σωματική επίθεση. 36

Η μεγάλη πλειονότητα των πιο χαρακτηριστικών εμπειριών των γυναικών θυμάτων σεξουαλικής βίας, στη συνέχεια, δεν παρουσιάζονται στη γλώσσα και την ευρύτερη κουλτούρα, μέσω της κατασκευής μιας κατηγορίας “θυμάτων” την οποία πολλές γυναίκες δεν αναγνωρίζουν.

Το πρόβλημα με την ξεχωριστή κατηγορία του "θύματος", υπάρχει επίσης ένα θεμελιώδες πρόβλημα με τον τρόπο με τον οποίο τα “ιδανικά θύματα" της σεξουαλικής επίθεσης αναγνωρίζονται ως εκείνες που είναι αυθεντικές και αξιόπιστες και, ως εκ τούτου, άξιες της βοήθειας, της υποστήριξης, και των πόρων του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης. Με άλλα λόγια, και με κίνδυνο της υπεραπλούστευσης, "καλά" θύματα σεξουαλικής επίθεσης που φαίνεται να είναι άμεμπτα και άξια νομικής προστασίας. Στα "Κακά" θύματα, ωστόσο, κατά κάποιο τρόπο, αν όχι εξ ολοκλήρου, φαίνεται πως ό,τι συνέβη είναι δική τις υπαιτιότητα και, ως εκ τούτου, δεν αξίζουν την επέμβαση του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης.

"Κακά" θύματα είναι οι γυναίκες των οποίων η ζωή, το υπόβαθρ, και τα χαρακτηριστικά αποκλίνουν από τα στενά όρια των «ιδανικών θυμάτων" σε υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης, είναι οι γυναίκες των οποίων οι περιγραφές υπόκεινται σε πιο εξονυχιστικό έλεγχο, των οποίων η αξιοπιστία είναι δέχετε περσσότερες επιθέσεις, και οι οποίες φαίνεται να είναι λιγότερο άξιες της προστασίας του νόμου. Αυτό, με τη σειρά του, είναι άρρηκτα δεμένο με τη διάχυση να κατηγορηθεί το θύμα, με την ιδέα ότι είναι γυναίκες, και θα πρέπει να είναι υπεύθυνες να πιλοτάρουν για τη δική της ασφάλεια, για τη διαχείριση της σεξουαλικής προσοχής και της επιθετικότητας των ανδρών, αλλά και για την ακριβή αξιολόγηση και την αποφυγή του κινδύνου. Τέτοιες μορφές κατηγορίας του θύματος, έχουν πρόσφατα συσχετιστεί με την νεοφιλελεύθερη στρατηγική της “κατασκευής κάποιας ως υπεύθυνης", η οποία από μόνη της είναι ένα σχέδιο ιδιωτικοποίησης που αποκλίνει από την αναγνώριση της δημόσιας ευθύνης για τα κοινωνικά προβλήματα όπως η βία κατά των γυναικών και, αντ' αυτού, υποστηρίζει μια ριζική εξέταση απομονωμένη από το πλαίσιό της, εξαλείφοντας την αναφορά του φύλου εικεντρώνεται σε "προβληματικά" πρόσωπα-άτομα. 37

Κυρίαρχες νομικές εικόνες των ιδανικών θυμάτων αποκαλύπτουν μυριάδες τρόπους με τους οποίους κάποιες γυναίκες αποκλείονται σχεδόν αυτόματα από την κατηγορία των αξιόπιστων θυμάτων σεξουαλικής επίθεσης. Οι γυναίκες που εργάζονται στο σεξ είναι ένα προφανές παράδειγμα, καθώς είναι γυναίκες με ερωτικές σχέσεις με άνδρες οι οποίοι τις επιτίθενται σεξουαλικά. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, το σκεπτικό για τον αποκλεισμό των αναφορών των γυναικών για σεξουαλική επίθεση είναι το ίδιο, δηλαδή, η (εσφαλμένη) υπόθεση "συνεχούς" ή "σιωπηρής" συναίνεσης που δίδεται από τις γυναίκες σε αυτές τις καταστάσεις.

Κατά ειρωνικό τρόπο, οι γυναίκες στην κατηγορία των «συζύγων» και οι γυναίκες στην κατηγορία των «εργαζομένων του σεξ» -τυπικά φαίνεται να είναι στον αντίθετο πόλο του λεγόμενου «σεβασμού»-υποτίθεται ότι είναι τόσο συχνά και συνεχώς συναινούσες στο σεξ. Ως αποτέλεσμα αυτού θεωρείται συνεχής η συναίνεση, οι ισχυρισμοί τις για σεξουαλική επίθεση έχουν συνήθως νομικά εξουδετερωθεί. Παραδοσιακά, οι γυναίκες που εργάζονται στο σεξ θεωρείται ότι “δεν μπορούν να βιαστούν" λόγω της εργασίας τις -αφού υπάρχουν για να είναι σεξουαλικά προσβάσιμες στους άνδρες, πώς θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι έχουν δεχτεί σεξουαλική επίθεση; 38 Ομοίως, η ιδέα ότι το δικαίωμα των ανδρών να έχουν συνεχή σεξουαλική πρόσβαση στις συζύγους τους, καθώς και το ότι η συγκατάθεση των συντροφισών τους για σεξ είναι, εξ ορισμού, συνεχής, καθιστά το συζυγικό βιασμό, εξ ορισμού, αδύνατο, και αυτή η ιδέα έχει τόσο ιστορικές όσο και σύγχρονες εκ-δηλώσεις. 39

Πάρα πολλές χώρες του κόσμου συνεχίζουν να υιοθετούν αυτή τη νομική θέση vis-a-vis-έναντι στο ότι ειναι αδύνατον να υπάρξει συζυγική σεξουαλική επίθεση. Ενώ οι καταστάσεις σεξουαλικών επιθέσεων στις εργαζόμενες του σεξ και στις γυναίκες που είναι σύζυγοι, ως εκ τούτου, μπορεί να φαίνονται πως είναι αρκετά διαφορετικές, οι καταστάσεις τις στην πραγματικότητα συνδέονται με τα παραδοσιακά λαϊκά στερεότυπα της άκριτης άποψης ότι το δικαίωμα των ανδρών στα σώματα των γυναικών θεωρείται ως το σημείο εκκίνησης.

Δεκαετίες φεμινιστικής επιστήμης και υπεράσπισης, μαζί με τις νομικές εξελίξεις που αυτές οι προσπάθειές έχουν σφυρηλατηθεί, χωρίς αμφιβολία, αποσπάστηκε από το πολύπλοκο οικοδόμημα των πεποιθήσεων αυτών των υποθέσεων. Παρ 'όλα αυτά, αυτές οι υποθέσεις επιμένουν στη λαϊκή φαντασία και σε μερικές νομικές υποθέσεις. 40 Μία ερευνήτρια, για παράδειγμα, τεκμηρίωσε τις θετικές μετατοπίσεις στο νόμο της σεξουαλικής επίθεσης κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Ισχυρίζεται ότι οι μεταρρυθμίσεις του νόμου έχουν καταστήσει δυνατό, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έχουν επιτυχή δίωξη σεξουαλικών επιθέσεων κατά γυναικών που είναι, ή που υπήρξαν, εργαζόμενες του σεξ. Αυτή η ερευνήτρια, ωστόσο, προειδοποιεί πως η “αρνητική πολιτιστική στάση απέναντι στις εργαζόμενες του σεξ παραμένουν ένα σημαντικό πρόβλημα και είναι πιθανώς ένας από τους κύριους λόγους γιατί οι εργαζόμενες του σεξ είναι τόσο συχνά στόχος των βίαιων, και μερικές φορές δολοφονικών ανδρών”. 41 Βεβαίως, στον Καναδά, η εγκληματική αμέλεια του κράτους για τη σεξουαλική βία κατά των εργατριών του σεξ, συχνά στις Αβορίγινες γυναίκες που αγωνίζονται με τους εθισμούς και ζουν σε συνθήκες φτώχειας, έχει τεκμηριωθεί καλά. 42

Εκτός από την ιδιότητα της γυναίκας ως εργαζόμενης του σεξ ή ως συζύγου, υπάρχουν και άλλα μέσα με τα οποία αμφισβητείται η αξιοπιστία της ως «πραγματικό» θύμα βιασμού. Γυναίκες που δέχονται ρατσισμό και είναι περιθωριοποιημένες, είναι λιγότερο εκτιμηταίες και λιγότερο αξιόπιστες σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από τον ρατσισμό, είναι, εξ ορισμού, λιγότερο εύκολο να προσδιοριστούν ως “ιδανικά θύματα” και πιο εύκολα στιγματίζονται ως “κακά” ή “ανάξια” θύματα (αν υποθέσουμε πως οι ισχυρισμοί των θυμάτων εισακούγονται). Για να δείξει, μια αυστραλιανή μελέτη το πώς οι γυναίκες θύματα σεξουαλικής επίθεσης αντιμετωπίζονται στη διαδικασία ποινικής δίκης, εξετάστηκαν περιπτώσεις ενηλίκων σε δίκες σεξουαλικής επίθεσης, με ιδιαίτερη έμφαση στο υποσύνολο των υποθέσεων που αφορούν μαύρες και Αβορίγινες γυναίκες θύματα. 43 Η ανάλυση έδειξε ότι ο έλεγχος της αξιοπιστίας των θυμάτων επιδεινωνόταν από πολιτιστικά και γλωσσικά προβλήματα για τις Αβορίγινες γυναίκες, οι οποίες υποβλήθηκαν σε ένα σημαντικά μεγαλύτερ και πιο έντονο ποσό ερωτήσεων από την υπεράσπιση του κατηγορουμένου, ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση ποτού, ναρκωτικών, που ζουν, και τα επίπεδα περιστασιακών σεξουαλικών σχέσεων στις κοινότητές τις. 44 Η πιο εχθρικές και ρατσιστικές οι επιθέσεις αξιοπιστίας, η πιο οδυνηρή και τραυματική διαδικασία δίκης είναι για τις προσφεύγουσες βιασμού, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο, όπου η μεγάλη αγωνία τις υπονομεύει την ικανότητά τις να “κρατήσουν ψηλά" υπό τη νομική ανάκριση κατά τρόπο που να φαίνεται πως είναι αξιόπιστες. Όπως εξηγεί η Anne Cossins, η μελέτη τεκμηριώνει ότι οι "Αβορίγινες προσφεύγουσες βρέθηκαν να έχουν πολύ άγχος-δυσχέρεια κατά τη διάρκεια της δίκης, με μία ακρόαση να διακόπτεται 12 φορές κατά τη διάρκεια της εξέτασης από δικηγόρο του αντιδίκου, λόγω της δυσχέρειας-άγχους των Αβοριγίνων προσφευγουσών". 45

Εκτός από την φυλή, την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση (συχνά στενά συνδεδεμένη με τη φυλή) μπορεί επίσης να συνδέεται με την αξιοπιστία των θυμάτων σε περιπτώσεις σεξουαλικής επίθεσης, η κατανάλωση αλκοόλ ή ακόμα και η εμπειρία του ότι έχουν δεχτεί σεξουαλική επίθεση κατά το παρελθόν. Δεδομένου του πόσο συνήθης είναι η επαναλαμβανόμενη εμπειρία της σεξουαλικής θυματοποίησης στη ζωή των γυναικών, αυτή είναι για την αστυνομία η τελευταία βάση αμφιβολίας ή αποκλεισμού της αναφοράς σεξουαλικής επίθεσης μιας γυναίκας και αποκαλύπτει μια βαθιά θεσμική έλλειψη γνώσης σχετικά με τον επιπολασμό και τη φύση της σεξουαλικής βίας. 46

Βέβαια, το θέμα της δυσφήμισης ή της ελαχιστοποίησης των αναφορών σεξουαλικής επίθεσης στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης έχει τεκμηριωθεί καλά στη Βόρεια Αμερική. Παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο αποκλεισμού εκ μέρους της αστυνομίας, ή το "αβάσιμο", των καταγγελιών για σεξουαλική επίθεση είναι ένα σχετικά απλό φαινόμενο στον Καναδά, ορισμένες αναδυόμενες έρευνες στον τομέα αυτό οδηγούν σε ανησυχητικές τάσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας τάσης "αβάσιμων" αναφορών σεξουαλικής επίθεσης ορισμένων γυναικών επειδή δεν συμμορφώνονται με τις προσδοκίες της αστυνομίας για το τι είναι μια αξιόπιστη σεξουαλική επίθεση ή ένα "πραγματικό" θύμα. 47

Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο ασκεί δύναμη η αστυνομία στον προσδιορισμό του "πραγματικού" θύματος σεξουαλικής επίθεσης είναι μέσω της χορήγησης ή της παρακράτησης της “εργαλειοθήκης του βιασμού”. Αυτές οι εργαλειοθήκες που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή ιατροδικαστικών στοιχείων για τους σκοπούς του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, αλλά σημαντικά προβλήματα γύρω από τη χρήση τους, συμπεριλαμβανομένης και αυτής της αστυνομίας που αρνήθηκε να τα χορηγήσει, στερώντας έτσι από τις γυναίκες από τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε κατηγορίες, μαζί με τις αποτυχίες των δοκιμών. Η αστυνομία αρνείται να χορηγήσει την εργαλειοθήκη βιασμού των γυναικών που ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών και στη συνέχεια βιάστηκαν, οδήγησε μια αρθογράφο εφημερίδας να δώσει στην ιστορία της τον τίτλο: “Δεν είσαι Θύμα Βιασμού, μέχρι η Αστυνομία να το Επιβεβαιώσει". 48 Μία Έκθεση του Υπουργείου Δικαιοσύνης των Ην Πολιτειών, τεκμηριώνει, αν και δεν ονοματίζει, ως μια τεράστια αποτυχία την ευθύνη του κράτους, διαπίστωσε ότι οι εργαλειοθήκες βιασμού παρέμειναν αδοκίμαστες για μεγάλες χρονικές περιόδους, και πολλές δεν εξετάστηκαν καθόλου, πράγμα που σημαίνει ότι ένας τεράστιος αριθμός σεξουαλικών επιθέσεων ποτέ δεν υποβλήθηκε σε ποινική επεξεργασία, και βιαστές, επομένως, δεν θεωρήθηκαν ποτέ νομικά υπεύθυνοι. 49 Σε συνέχεια κάποιων περαιτέρω νέων ερευνών σε αυτό το πρόβλημα, το Κογκρέσο άκουσε μαρτυρίες που δείχνουν ότι, κατά την "κρίση" πολλών αστυνομικών τμημάτων, αυτές οι εργαλειοθήκες βιασμών δεν ήταν άξιες ελέγχου και, κατά συνέπεια, ατόνησαν για μήνες, για λόγους που περιλαμβάνουν τη "χρήση αλκοόλ" εκ μέρους της γυναίκας. 50 Με τον τρόπο αυτό, βλέπουμε τις αστυνομικές δυνάμεις να αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις θεσμικές τις υποχρεώσεις και να υποκαθιστούν στη λήψη απόφασης τις δικηγόρους και τις εισαγγελείς Crown, φιλτράροντας τις υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης, επειδή δεν ταιριάζουν στο προφίλ του “ιδανικού” θύματος. Η πρακτική αυτή οδήγησε την οργάνωση Human Rights Watch να εκδώσει μια καυστική έκθεση με τίτλο Δοκιμές Δικαιοσύνης, η οποία τεκμηριώνει τις καταστροφικές συνέπειες που αυτή η αποτυχια της αστυνομίας έχει για τα θύματα σεξουαλικής επίθεσης. 51


Στην πραγματικότητα, τα ποσοστά μη υποβολής δηλώσεων για σεξουαλική επίθεση φαίνεται να είναι σε άνοδο, ή, θέτοντας το διαφορετικά, λιγότερες σεξουαλικές επιθέσεις αναφέρθηκαν στην αστυνομία. 52

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης Καναδά σημειώνει στην έκθεση της έρευνας, “ένας από τους παράγοντες που ίσως συμβάλει σε αυτά τα χαμηλά ποσοστά αναφοράς [περιλαμβάνει] το μεγάλο ποσοστό των ισχυρισμών που έχουν ταξινομηθεί ως “αβάσιμοι” από την αστυνομία, σε σύγκριση με άλλα βίαια αδικήματα”. 53 Η έρευνα που διεξάγεται με τις επιζώσες σεξουαλικής επίθεσης δείχνει ότι οι εμπειρίες τις στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων με την αστυνομία, τις έχουν κάνει να αισθάνονται σαν να δυσπιστούσαν και να τις κατηγορούσαν. 54

Μια πρόσφατη ανεξάρτητη έκθεση από την Αγγλία, με τίτλο Βιασμός: Εμπειρική Κριτική του Θύματος, τεκμηριώνει την άνιση μεταχείριση που τα θύματα σεξουαλικής επίθεσης εισπράτουν από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης και από τα χέρια της αστυνομίας. 55 Η αναθεώρηση αναφέρει ότι οι αξιωματικίνες-οί ... μπορεί να είναι δύσπιστες-οι προς τα θύματα για πολλούς λόγους, όπως αν το θύμα είχε πιει, αν είχε κάνει προηγούμενες καταγγελίες, αν ήταν από μια συγκεκριμένη περιοχή, αν είχε μια παραβατική συμπεριφορά, ή απλά επειδή δεν συμπεριφέρεται με τον τρόπο που θα περίμενε καμιά από ένα θύμα να συμπεριφερθεί (για παράδειγμα, το θύμα δεν ήταν προφανώς αγχωμένο). 56

Περαιτέρω μελέτες έχουν τεκμηριώσει ένα παρόμοιο είδος σκεπτικισμού της αστυνομίας σχετικά με τη σεξουαλική επίθεση. Μια μελέτη, εξέτασε για παράδειγμα την επίδραση του δράστη και του θύματος σε σχέση με την κατανάλωση αλκοόλ στις εκτιμήσεις των αστυνομικών μιας υποτιθέμενης σεξουαλικής επίθεσης, και την πιθανότητα ότι θα απαγγείλουν κατηγορίες. 57 Οι ερευνήτριες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι αντιλήψεις των αστυνομικίνων-ων για το επίπεδο μέθης του θύματος συνδέθηκαν με την πιθανότητα απαγγελίας κατηγοριών. Όσο περισσότερο σε κατάσταση μέθης θεωρήθηκε ότι ήταν η γυναίκα τόσο περισσότερο αρνητικά θεωρήθηκε και τόσο λιγότερο πιθανό ήταν για την αστυνομία να την αξιολογήσει ως αξιόπιστη. Είναι ενδιαφέρον πως, η κατάσταση μέθης από μέρους του δράστη είχε μικρή επίδραση στις αποφάσεις της αστυνομίας, παρά το γεγονός ότι μέθη είναι αρνητικά χρωματισμένη στις αποφάσεις της για την πρσφεύγουσα. 58

Πολυάριθμες μελέτες επιβεβαιώνουν ότι όλες οι παίκτριες-ες στο νομικό σύστημα, όχι μόνο η αστυνομία, μπορεί να επηρεαστούν βαθιά στις δίκες σεξουαλικής επίθεσης από το εάν ή όχι το θύμα ήταν μεθυσμένη ή υπό την επήρεια τοξικών ουσιών και ότι το αποτέλεσμα αυτής της επιρροής είναι η υπονόμευση της αξιοπιστίας και η απόρριψη της αυθεντικότητας των ισχυρισμών των προσφευγουσών σεξουαλικής θυματοποίησης. 59 Οι συμμετέχοντες σε μία μελέτη "συμφώνησαν ότι εάν ο κατηγορούμενος και το θύμα ήταν εξίσου σε κατάσταση μέθης, τότε θα ήταν άδικο να παραμείνει στον κατηγορούμενο η ποινική ευθύνη για τη συνουσία που ακολούθησε", και, το πιο ανησυχητικό, αυτή ήταν η υπόθεση, "ακόμη και όταν η μέθη του θύματος την καθιστούσαι ανίκανη να συγκατατεθεί για συνουσία”. 60 Οι ερευνήτριες επισημαίνουν ότι, στη μελέτη τις, υπήρχε ένα “περίεργο επίπεδο καταδίκης για τα θύματα των βιασμών που ήταν σε κατάσταση μέθης, ακόμη και στις περιπτώσεις στις οποίες τα ποτά τις, είχαν παρεμποδιστεί εν αγνοία τις”. 61 Είναι λοιπόν σαφές ότι οι καταστάσεις αυτές θεωρούνται εκείνες οι οποίες τα θύματα δεν φέρονται σωστά, ώστε να διαχειριστούν σωστά τον κίνδυνο, και δεν ήταν, ως εκ τούτου, αξιόπιστα θύματα σεξουαλικής επίθεσης.

Εκτός από την αστυνομία, οι εισαγγελείς και οι δικηγορίνες-οι του Crown επηρεάζονται από τα στερεότυπα για τα “αυθεντικά” ή “ιδανικά” θύματα. Αμερικανίδες ερευνήτριες έχουν τεκμηριώσει τους τρόπους με τους οποίους τα χαρακτηριστικά των θυμάτων, όπως η αντίληψη για τον "ηθικό χαρακτήρα" και την "συμπεριφορά" κατά τη στιγμή του συμβάντος σεξουαλικής επίθεσης, έχουν επηρεάσει τις αποφάσεις της εισαγγελίας σχετικά με την αξιοπιστία των προσφευγουσών και οδήγησε σε μεγαλύτερη πιθανότητα να “κοσκινίζονται” αυτές οι υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης εκτός συστήματος. 62

Τα "ιδανικά" ή "πραγματικά" θύματα σεξουαλικής επίθεσης, τότε, δεν είναι γυναίκες που υποτίθεται ότι είναι εξαιρετικά σεξουαλοποιημένες, όπως οι εργαζόμενες του σεξ ή οι λεγόμενες “επιπόλαιες” γυναίκες, δεν είναι γυναίκες που είναι σε κατάσταση μέθης ή χρήστριες ναρκωτικών, δεν είναι γυναίκες που ασχολούνται με τον λεγόμενο τρόπο ζωής "υψηλού κινδύνου", αλλά, κατά ειρωνεία της τύχης, ούτε είναι γυναίκες που είναι “σύζυγοι” αυτών που τις επιτέθηκαν. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά ή οι συνθήκες πολύ συχνά χρησιμεύουν για να αποκλείσουν τις περιγραφές των γυναικών για τη σεξουαλική επίθεση. Όπως μια σειρά από φεμινίστριες μελετήτριες και σχολιαστριες έχουν αναγνωρίσει, αυτή η έκπτωση είναι δεμένη, στις πιο πρόσφατες εκφάνσεις της, στην περιχαράκωση μιάς ολοένα και πιο απο-πλαισιωμένη και με την δικαστική εξάλειψη του φύλου και τη νομική απάντηση στη σεξουαλική επίθεση, η οποία δίνει έμφαση στην προσωπική “ευθύνη” των γυναικών για τη διαχείριση του κινδύνου.

Σε αυτή την αναλυτική αντιμετώπιση, η Lise Gotell έχει εκθέσει αποτελεσματικά τους τρόπους με τους οποίους, μετά τη στροφή προς ένα καταφατικό πρότυπο συναίνεσης, ο δικαστικός λόγος σε υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης τείνει να θεωρήσει αξιόπιστα θύματα εκείνα που φαίνεται να είναι τόσο «υπεύθυνα» όσο και αντίθετα στο «κίνδυνο» σχετικά με την δική τις προστασία σεξουαλικής ασφαλείας. Αυτή γράφει: Μέσα σε ένα σύμπαν διαχείρισης βιασμών έχουν συσταθεί και μέσα από συζητήσεις κινδύνου, η απόδοση της επιμελούς και προσεκτικής γυναικότητας χορηγεί σε κάποιες γυναίκες πρόσβαση στην ιδιότητα της καλής πολίτισας, ενώ οι γυναίκες που αποτυγχάνουν να ακολουθήσουν τους κανόνες του να παραμείνουν ασφαλείς μπορεί να τις αρνηθούν την αναγνώριση. 63


Την είδηση την βρήκαμε την 1.8.2014 και την μεταφράσαμε από την researchgate.net στην https://www.researchgate.net/publication/228127901_Sexual_Assault_Law_Credibility_and_'Ideal_Victims'_Consent_
Resistance_and_Victim_Blaming 


25. See Busby, supra note 22; Gotell, supra note 22. See also Lise Gotell, “Tracking Decisions on Access to Sexual Assault Complainants’ Confidential Records: The Continued Permeability of Subsections 278.1–278.9 of the Criminal Code” (2008) 20 Canadian Journal of Women and the Law 111; Lise Gotell, “The Ideal Victim, the Hysterical Complainant, and the Disclosure of Confidential Records: The Implications of the Charter for Sexual Assault Law” (2002) 40 Osgoode Hall Law Journal 251; Karen Busby, “Third Party Records Cases since R. v. O’Connor” (1999–2000) 27 Manitoba Law Journal 355; Katherine D. Kelly, “‘You must be crazy if you think you were raped’: Reflections on the Use of Complainants’ Personal and Therapy Records in Sexual Assault Trials” (1997) 9 Canadian Journal of Women and the Law 178.

26. Elizabeth Sheehy, “Legalizing Justice for All Women: Canadian Women’s Struggle for Democratic Rape Law Reforms” (1996) 6 Australian Feminist Law Journal 87. See also Busby, supra note 22; Gotell, supra note 22.

27. Kelly, supra note 25 at 187.

28. David M. Paciocco, “A Primer on the Law of Third Party Records” (2005) 9 Canadian Criminal Law Review 157: Paciocco goes so far as to say that “wrongful convictions” might result from the failure to inspect personal records in sexual assault cases (at 189).

29. See especially Gotell, “Tracking Decisions,” supra note 25; and Gotell, “The Ideal Victim,” supra note 25, for a detailed and empirical documentation of the ways in which personal records are utilized in sexual assault trials. See also Karen Busby, “Responding to Defence Demands for Clients’ Records in Sexual Violence Cases: Some Guidance for Record Keepers,” in Christine M. Koggel, Allannah Furlong, and Charles Levin, eds., Confidential elationships: Psychoanalytic, Ethical, and Legal Contexts (New York: Rodopi Press, 2003) 207; Karen Busby, “Third Party Records Cases since O’Connor” (2000) 27 Manitoba Law Journal 355. 

30. See Melanie Randall, “Sexual Assault in Spousal Relationships, ‘Continuous Consent,’ and the Law: Honest But Mistaken Judicial Beliefs” (2008) 32 Manitoba Law Journal 144. 

31. See ibid.; Elizabeth Sheehy, “Judges and the Reasonable Steps Requirement: The Judicial Stance on Perpetration against Unconscious Women,” in Sheehy, Sexual Assault Law, supra note 22; Rakhi Ruparelia, “Does No ‘No’ Mean Reasonable Doubt? Assessing the Impact of Ewanchuk on Determinations of Consent” (2006) 25 Canadian Woman Studies 167. See also Benedet and Grant, supra note 22. 

32. Gotell, supra note 5 at 135. 

33. Smart, supra note 3 at 26. 

34. Elizabeth M. Schneider, Battered Women and Feminist Lawmaking (New Haven, CT: Yale University Press, 2000) at 75–6. 

35. Susan Estrich has popularized the idea of “real rape” through the publication of her influential book of the same name, Real Rape (Cambridge, MA: Harvard University Press, 1987). 

36.Elizabeth Stanko, Intimate Intrusions:Women’s Experience of Male Violence (London: Routledge and Kegan Paul, 1985) at 16. 

37. See, for example, Elizabeth Comack and Tracey Peter, “How the Criminal Justice System Responds to Sexual Assault Survivors: The Slippage between ‘Responsibilization’ and ‘Blaming the Victim’” (2005) 17 Canadian Journal of Women and the Law 283; Gotell, “Tracking Decisions,” supra note 25; Susan B. Boyd, ed., Challenging the Public/Private Divide: Feminism, Law, and Public Policy (Toronto: University of Toronto Press, 1997). 

38. Kendra Nixon et al., “The Everyday Occurrence: Violence in the Lives of Girls Exploited through Prostitution” (2002) 8 Violence Against Women 1016. 

39. See Randall, supra note 30, for an analysis of the ways in which some Canadian judicial attitudes support this idea in contemporary case law. Historically in the common law world, the idea that women who are wives cannot be raped by their husbands was articulated by Sir Matthew Hale, an influential British jurist who famously opined that “the husband cannot be guilty of a rape committed by himself upon his lawful wife, for by their mutual matrimonial consent and contract the wife hath given up herself in this kind unto her husband, which she cannot retract.” In Sir Matthew Hale, The History of the Pleas of the Crown (1763) at 629, as cited in Theresa Fus, “Criminalizing Marital Rape: A Comparison of Judicial and Legislative Approaches” (2006) 39 Vanderbilt Journal of Transnational Law 481 at 483. 

40. See Randall, supra note 30. 41. Barbara Sullivan, “Rape, Prostitution and Consent” (2007) 40 Australian and New Zealand Journal of Criminology 127 at 137. 42. This was starkly evident in the state failure to take meaningful action for many years in the case of the many missing women from Vancouver’s east side, most of whom are known to have been killed by Robert Pickton. See also Amnesty International, Stolen Sisters: A Human Rights Response to Discrimination and Violence against Indigenous Women in Canada, Amnesty International ,http://www.amnesty.ca/stolensisters/amr2000304.pdf.; Sherene H. Razack, “Gendered Racial Violence and Spatialized Justice: The Murder of Pamela George,” in Sherene H. Razack, ed., Race, Space and the Law: Unmapping a White Settler Society (Toronto: Between the Lines, 2002) 121. 

43. Anne Cossins, “Saints, Sluts and Sexual Assault: Rethinking the Relationship between Sex, Race, and Gender” (2003) 12 Social and Legal Studies 77. 

44. Ibid. at 80, who reports that “Aboriginal complainants were asked significantly more questions about their general drinking and drug use habits and were also asked, on average, a higher number of questions about drinking on the day of the offence compared to non-Aboriginal complainants. For example, three Aboriginal complainants were asked 173, 105 and 98 questions, respectively, about their general drinking and drug use during cross-examination ... This is to be compared to a median of three such questions for all trials. In addition, the average number of questions about drinking on the day of the offence was 20 for Aboriginal women compared to a median of nine for all trials [citation omitted].” 

45. Ibid. at 81. 

 46. Gail Elizabeth Wyatt, Donald Guthrie, and Cindy M. Notgrass, “Differential Effects of Women’s Child Sexual Abuse and Subsequent Sexual Revictimization” (1992) 60 Journal of Consulting and Clinical Psychology 167. See also the section of the article that encourages increased understanding of trauma in sexual assault cases. Brian P. Marx et al., “Sexual Revictimization Prevention: An Outcome Evaluation” (2001) 69 Journal of Counselling and Clinical Psychology 25; Catherine C. Classen, Oxana Gronskaya Palesh, and Rashi Aggarwal, “Sexual Revictimization: A Review of the Empirical Literature” (2005) 6 Trauma, Violence and Abuse 103. 

47. Crew, supra note 23; Dubois, supra note 23. 

48. Amanda Hess, “Test Case: You’re Not a Rape Victim Unless Police Say So” Washington City Paper (9 April 2010), Washington City Paper, http://www.washingtoncitypaper.com/articles/ 38671/test-case-youre-not-a-rape-victim-unless-police-say/full.. 

49. Kevin J. Strom et al., The 2007 Survey of Law Enforcement Forensic Evidence Processing (Washington, DC: Department of Justice, 2009), US National Criminal Justice Reference Service ,http://www.ncjrs.gov/pdffiles1/nij/grants/228415.pdf.. 50. See Armen Keteyian, “Congress Hears Dramatic Rape Kit Testimony, Outraged Congressman Offers to Pay for Rape Kit Testing Following CBS Investigation,” CBS News (20 May 2010), CBS News, http://www.cbsnews.com/stories/2010/05/20/eveningnews/main6504018. shtml.; Armen Keteyian, “Untested Rape Kits Lead to More Crimes,” CBS News (10 November 2009), CBS News, http://www.cbsnews.com/stories/2009/11/10/cbsnews_ investigates/main5603492.shtml?tag=contentMain;contentBody.; Sarah Tofte, “L.A.’s Untested Rape Kits Represent Lost Justice,” WeNews (31 March 2009), http://womensenews.org/ story/rape/090331/las-untested-rape-kits-represent-lost-justice.. 

51. Human Rights Watch, Testing Justice(31 March 2009), Human Rights Watch ,http://www.hrw. org/en/reports/2009/03/31/testing-justice.. 

 52. Statistics Canada, “The Daily General Social Survey: Criminal Victimization” (24 November 2005), Statistics Canada, http://www.statcan.gc.ca/daily-quotidien/051124/dq051124b-eng.htm.. 

53. Tina Hattem, Highlights from a Preliminary Study of Police Classification of Sexual Assault Cases as Unfounded, 14 JustResearch 32, Department of Justice Canada, http://www.justice. gc.ca/eng/pi/rs/rep-rap/jr/jr14/p9.html.. 

54. Tina Hattem, Survey of Sexual Assault Survivors (Ottawa: Research and Statistics Division, Department of Justice Canada, 2000), Department of Justice Canada, http://www.justice.gc. ca/eng/pi/rs/rep-rap/2000/rr00_4/rr00_4.pdf. at 15; Debra Joy Tomlinson, Sexual Assault: Μια Εξερεύνηση των Αποφάσεων Επιζωσών του Βιασμού που Δεν αναφέρθηκαν στην Αστυνομία (MSW Διατριβή, Πανεπιστήμιο του Calgary, 2000) [ανέκδοτη], Πανεπιστήμιο του Calgary, https://dspace.ucalgary.ca/bitstream/ 1880/40517/1/57644Tomlinson.pdf.. See also Shana L. Maier, “Έχω ακούσει Τρομακτκές Ιστορίες ... Αντιλήψεις “εισαγγελέων για το θύμα βιασμού” της ενδεχόμενης επαναθυματοποίησης των θυμάτων βιασμού από την Αστυνομία και Ιατρικό Σύστημα "(2008) 14 Βία Κατά των Γυναικών 786. 

55. “Police ‘Sceptical of Rape Victims from Poor Areas,’” BBC News (25 November 2009), BBC News ,http://news.bbc.co.uk/2/hi/uk_news/8379258.stm.. 

56. Sara Payne, Rape: The Victim Experience Review (November 2009) at 13, Women’s National Commission ,http://www.thewnc.org.uk/publications/doc_download/421-rape-thevictim- experience-review.html.. 

57. Regina A. Schuller and Anna Stewart, “Police Responses to Sexual Assault Complaints: The Role of Perpetrator/Complainant Intoxication” (2000) 24 Law and Human Behavior 535. 

58. Ibid. at 550. 

59. Emily Finch and Vanessa E. Munro, “Juror Stereotypes and Blame Attribution in Rape Cases Involving Intoxicants: The Findings of a Pilot Study” (2005) 45 British Journal of Criminology 25. See also Schuller and Stewart, supra note 57; Antonia Abbey et al., “Alcohol and Dating Risk Factors for Sexual Assault among College Women” (1996) 20 Psychology of Women Quarterly 147; Antonia Abbey et al., “Alcohol, Misperception, and Sexual Assault: How and Why Are They Linked?” in David M. Buss and Neil. Malamuth, eds., Sex, Power, Conflict: Evolutionary and Feminist Perspectives (New York: Oxford University Press, 1996) 

60. Finch and Munro, supra note 59 at 32 [emphasis added]. 

61. Ibid. at 36 [emphasis added]. 138; Jenna L. McCauley et al., “Prevalence and Correlates of Drug/Alcohol-Facilitated and Incapacitated Sexual Assault in a Nationally Representative Sample of Adolescent Girls” (2009) 38 Journal of Clinical Child and Adolescent Psychology 295. 

62. Jeffrey W. Spears and Cassia C. Spohn, “The Effect of Evidence Factors and Victim Characteristics on Prosecutors’ Charging Decisions in Sexual Assault Cases” (1997) 14 Justice Quarterly 501. 

63. Lise Gotell, “Rethinking Affirmative Consent in Canadian Sexual Assault Law: Neoliberal Sexual Subjects and Risky 
 Women” (2008) 41 Akron Law Review 865 at 878–9.